Από μικρός ρωτούσα τους μεγάλους, τι είν΄η αγάπη…
Κανείς τους δε μπορούσε να μου πει, με απορία με κοιτούσαν όλοι!
Και εγώ θαρρούσα στην αρχή πως είναι κάποια πόλη.
Κι αργότερα κάποιο πουλί,
κάποιο λουλούδι του Θιβέτ, ή κάποια χώρα μακρινή.
Μες στό μυαλό μου έφτιαχνα παλάτια,
μέρη ξωτικά, πολύτιμα πετράδια,
ιππότες και άτια με φτερά,
μάγισσες κακές με μαγικά ραβδιά.
Πέταγα ψηλά στον ουρανό τα μεσημέρια
μήπως και τη δω να κάθεται ανάμεσα στ΄αστέρια
και κουρασμένος βούταγα στης θάλασσας τα βάθη
μήπως και τη δω να ξεκουράζεται το βράδυ.

Μα πουθενά η αγάπη…

Ρωτούσα τους μεγάλους πάλι και πάλι,
του κάκου όμως, εκείνοι μου γυρνούσανε την πλάτη.
Κάποιο πρωί των Χριστουγέννων,
στου πάρκου τα λουλούδια πλάι
ένα παιδί μ΄αγγελική φωνή μου λέει:
«είμαι φτωχό και ορφανό,
δεν έκανα όπως εσύ Χριστούγεννα», και…κλαίει…
«λίγο ψωμάκι έχεις να μου δώσεις;
‘Ετσι να πεις και συ πως έκανες αγάπη».

Το δάκρυ του διαμάντι,
ήλιος τα μαλλιά του, τα μάτια του ουρανός.
Κι ευθύς εγώ πετάχτηκα ορθός
και τού΄κανα τη χάρη.
Μα μέσα στην καρδιά μου τι ειν’ αυτό;
Πλημμύρισα χαρά απ’ άκρη σ’ άκρη,
σα να ξαναγεννήθηκε ο Χριστός
«για πές μου συ μικρό παιδί αυτό ειν’ η αγάπη;»
Και το παιδί μου γέλασε πλατιά και με γλυκιά φωνή μου λέει:
«Αν θέλεις μέσα στη ψυχή σου να βασιλεύει η χαρά
κι ο κόσμος όλος να γενεί παλάτι της ειρήνης,
πάντα να δίνεις να σκορπάς, κανέναν μη λυπήσεις,
γέλα σ’ αυτόν που σε μισεί, και συ ποτέ σου μη μισήσεις.»
Αυτό ειν’ η αγάπη μου ‘πε το παιδί
και σκύβει και μου κόβει ένα λουλούδι.

Μα αυτό δεν ήτανε παιδί, μα τ’ ουρανού κάποιο αγγελούδι.
Προτού γυρίσω να του πω «ευχαριστώ»
είχε χαθεί από μπροστά μου σαν πουλί,
«Δόξα εν υψίστοις» ψάλλοντας στόν κτίστη.
Κι απόμεινα μονάχος μου εγώ εκεί
κι αυτό φτερούγισε στου ουρανού τα πλάτη.
Αυτό θα ζει με τ’ αγγελούδια τ’ ουρανού,
κι εγώ σκορπώντας σ’ όλους την ΑΓΑΠΗ..!

Αλέξιος Χ.- Πάτρα

1 αστεράκι2 αστεράκια3 αστεράκια4 αστεράκια5 αστεράκια (12 ψήφοι, μέσος όρος: 4,58 από 5)
Loading...