Πρόσωπα: Αντωνάκης, Δημητράκης, Κώστας

ΣΚΗΝΗ 1η

ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    (Διαβάζει μόνος)
Αφήνω, αφήνεις, αφήνει, αφήνουμε… ε… αφήνουμε… αφήνουμε… αφήνετε…
(Ξύνει με αμηχανία το κεφάλι του)   αφήνετε…   (Πετάει το βιβλίο του και σηκώνεται)
Ωχ, αδερφέ! Δε μ’ αφήνετε κάτω που θα διαβάζω γραμματική την ώρα που περιμένω να φάω γλυκό; Και δεν έχετε ιδέα πως μ’ αρέσουν τα γλυκίσματα… και προ πάντων τα κωκ!
(Κλείνοντας τα μάτια με νοσταλγία)
Αχ, εκείνη η σοκολάτα από πάνω, εκείνη η κρέμα στη μέση κι εκείνο το παντεσπάνι από κάτω, κάνουν μια αρμονία που με τρελαίνει! Να τώρα που με βλέπετε χαρούμενο ξέρετε τι περιμένω; Αμ, πού να το ξέρετε;… Ένα κοκ! Το λέω και πέφτουν τα σάλια μου.
(Γλύφεται)
Να μη σας πολυλογώ, έστειλα που λέτε τον αδερφό μου το Δημητράκη, να το αγοράσει,
εδώ δίπλα, στο Ζαχαροπλαστείο με τα λεφτά που είχαμε μαζέψει στον κουμπαρά μας.
Εκείνος ήθελε πάστα φυστίκι, εγώ επέμεινα για κωκ, και η γνώμη μου νίκησε…
Και τώρα θα το φέρει, θα το μοιράσουμε σαν καλά αδελφάκια… και θα το φάμε. Το λέω και λιγώνομαι από την κορφή ως τα νύχια. Αχ, δε θα μεγαλώσω! Στη στιγμή θα γίνω Ζαχαροπλάστης!… Και τι Ζαχαροπλάστης. Θα φτιάχνω γλυκά και θα τα τρώω μόνος μου! Αυτό είναι επάγγελμα μια φορά!
Αλλά μου φαίνεται πως κάποιος έρχεται… Έχει γούστο να είναι ο ξάδερφός μου ο Κωστής και να γυρεύει κι αυτός μερτικό… Αμ, δε θα του δώσω!
(Προχωρεί στην πόρτα, φωνάζει)    Εμπρός!

ΣΚΗΝΗ 2η

(Μπαίνει ο Δημητράκης βαστώντας το κωκ τυλιγμένο σε χαρτί)

ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    (Με ανακούφιση)  Α, εσύ είσαι;  Έλα επιτέλους, φέρτο εδώ.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    (Δίνει το γλύκισμα)
Να, πάρε και κόψε μου και μένα το μισό. Μόνο κάνε γρήγορα γιατί λιγώθηκα.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    (Ενώ κόβει το γλύκισμα στο τραπέζι) Περίμενε λίγο.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Μα δεν τά ‘κοψες ίσα… Το ένα κομμάτι είναι μεγαλύτερο από τ’ άλλο.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Ου, καημένε και συ, δε βαριέσαι. Σπουδαία διαφορά βλέπεις…
(Του δίνει το μικρότερο κομμάτι)
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Τι; Το μικρότερο μου δίνεις εμένα; (Πετάει το κομμάτι στο τραπέζι και τραβιέται)
Δεν το θέλω!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Έλα τώρα καημένε, μην είσαι παιδί, πάρ’ το…
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Όχι δεν το θέλω… Ή θα μου δώσεις το άλλο ή αυτό κι ένα κομμάτι από το άλλο.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Ναι, μην τύχει κι αδυνατίσεις!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    (Με θυμό) Μα δε μου λες, τι είσαι συ που θέλεις να πάρεις το μεγαλύτερο;
Εγώ πρέπει να το πάρω που έκανα και τον κόπο να πάω στο Ζαχαροπλαστείο. Ξέρεις τι κόπο έκανα ώσπου να διαλέξω μάλιστα το μεγαλύτερο;
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Τι μας λες!… Εγώ πρέπει να το πάρω γιατί εγώ διάλεξα κωκ. Εσύ ήθελες φυστίκι.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Ένας λόγος παραπάνω! Δε φτάνει που δεν τρώω το γλυκό που ήθελα, θα φάω και το λιγότερο;…
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Έτσι φαίνεται μα είναι πολύ πιο γεμάτο από το δικό μου. Για κοίταξε το καλύτερα
(Δείχνει)
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Τότε λοιπόν δώσε μου το άλλο
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Μα αφού είναι τα ίδια, γιατί να σου το δώσω;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Μα γι’ αυτό, επειδή είναι τα ίδια!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Όχι!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Βλέπεις λοιπόν; Κι εγώ δεν παίρνω κανένα (Τραβιέται μουρμουρίζοντας)
Δεν το θέλω! Δεν το θέλω! Ακούς εκεί να μου δίνει το λιγότερο! Δεν το θέλω!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    (Απειλητικά) Θα τα φάω και τα δυο
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Αν σου βαστά η καρδιά σου να τα φας!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Μα επιτέλους δε μου λες τι θέλεις σε παρακαλώ;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Τι θέλω; Δικαιοσύνη! Αυτό θέλω!

ΣΚΗΝΗ 3η

ΚΩΣΤΑΣ:    (Μπαίνει με σοβαρότητα). Ποιος είναι αυτός που θέλει δικαιοσύνη;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Εγώ!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Κι εγώ το ίδιο!
ΚΩΣΤΑΣ:    Τότε θα πει ότι είμαστε σύμφωνοι
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Όχι κάνεις λάθος, δεν είμαστε καθόλου μα καθόλου.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Και βέβαια δεν είμαστε.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ & ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ: Εμείς που λές Κωστή, αγοράσαμε μαζί κι οι δυο ένα κωκ και στο μοίρασμα επάνω…
ΚΩΣΤΑΣ:    Ε, για σταθείτε! Ένας -ένας.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ & ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ: Πολύ καλά. Λοιπόν, που λές, αγοράσαμε κι οι δυο μαζί…
ΚΩΣΤΑΣ:    Ε, ε,… Πολύ καλά, αγοράσατε κι οι δυο μαζί, αλλά ένας ένας να μιλά…
Αντωνάκη στάσου εσύ από κει. Λέγε Δημητράκη
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Αγοράσαμε, που λές, λοιπόν, μαζί με τον Αντωνάκη ένα κωκ και στο μοίρασμα
επάνω μαλώσαμε, γιατί μου δίνει το μικρότερο κομμάτι.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Λέει ψέματα… Και τα δυο κομμάτια είναι ίσα κι όμοια. Το δικό μου φαίνεται μονάχα μεγαλύτερο αλλά δεν είναι
ΚΩΣΤΑΣ:    Δεν το πιστεύω αλλά τέλος πάντων, αδέρφια είσαστε, δεν πρέπει να μαλώνετε
στη μοιρασιά… ένας πρέπει να υποχωρήσει στον άλλο.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Όχι θέλω δικαιοσύνη! (Στον Αντωνάκη) Τώρα που ήρθε ο Κώστας θα τα βάλουμε κάτω και θα γίνει πάλι νέα μοιρασιά. Τα ίδια χρήματα δεν έδωσε ο καθένας μας;
Το ίδιο κομμάτι θα φάει.
ΚΩΣΤΑΣ:    (Στον Αντωνάκη) Να δίκαιος άνθρωπος. Υποχωρείς Αντωνάκη;
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Ποτέ!
ΚΩΣΤΑΣ:    Εσύ Δημητράκη υποχωρείς;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Όχι αυτό που είπα θα γίνει
ΚΩΣΤΑΣ:    Επομένως είστε σύμφωνοι. Δέχεστε να λύσω εγώ τη διαφορά σας;
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Ναι!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Οπωσδήποτε!
ΚΩΣΤΑΣ:    Αφού λοιπόν δε συμβιβάζεστε σαν αδέρφια, θα κριθείτε σαν ξένοι. Καθένας πρέπει να πάρει το ίδιο ποσό γλυκίσματος… Δεν είναι έτσι; Για να το εξακριβώσουμε όμως αυτό πρέπει να ζυγίσουμε τα κομμάτια. Δημητράκη τρέξε στο γραφείο του μπαμπά σου και φέρε μου τη μικρή ζυγαριά που ζυγίζει τα γραμμάρια.
(Ο Δημητράκης φεύγει προς το βάθος)

ΣΚΗΝΗ 4η

ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    (Αφού έτρεξε να δει αν απομακρύνθηκε ο Δημητράκης) Αχ, Κώστα μου, δεν ξέρεις πόσο μ’ αρέσει το κωκ… Καλύτερα κι απ’ τη γραμματική. (Προσπαθώντας να τον δωροδοκήσει) Αχ, Κωστάκη μου, αν έκανες καμιά κατεργαριά, να πάρω εγώ το περισσότερο, θα σου έδινα το μισό σε άλλη περίσταση.
ΚΩΣΤΑΣ:    Ωστε έτσι λοιπόν! Ζητάς να με δωροδοκήσεις; Πρέπει να ξέρεις πως έτσι δε δωροδοκούν τους δικαστές. Και σώπα μην το πω στο Δημητράκη και γίνεις ρεζίλι… Δικαιοσύνη, δικαιοσύνη προ πάντων. (Βλέπει το Δημητράκη που έρχεται με τη ζυγαριά) Α, να και ο ζυγός της Θέμιδος!

ΣΚΗΝΗ 5η

ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Καλέ ποιανής Θέμιδος; Του μπαμπά είναι η ζυγαριά!
ΚΩΣΤΑΣ:    (Παίρνει θέση μπροστά στο τραπέζι) Καλά, καλά… Καθίστε εκεί και ησυχία!
(Οι μικροί τοποθετούνται γύρω από το τραπέζι) Άρχεται η συνεδρίασις. Ντίν, Ντιν! Οι ακροατές να περάσουν έξω!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ: Μα δεν υπάρχουν εδώ ακροατές!
ΚΩΣΤΑΣ:    Σιωπή! Εγώ έτσι έπρεπε να πω κι ας μην υπάρχουν. Πρώτα όπως είπαμε θα ζυγιστούν τα κομμάτια. (Βάζει τα κομμάτια στη ζυγαριά από το ένα μέρος και από το άλλο) Βλέπετε το ένα είναι μεγαλύτερο, βαρύτερο. Ο Δημητράκης έχει δίκιο. Ας ζητήσουμε λοιπόν την ισορροπία. (Παίρνει το ένα κομμάτι, το δαγκώνει – κατόπιν το ζυγίζει πάλι) Δυστυχώς τίποτε! Τώρα είναι βαρύτερο το άλλο. (Δαγκώνει το δεύτερο και το ζυγίζει) Πάλι τίποτε! Βάρυνε πάλι το πρώτο!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Μα τι κάνεις εκεί;
ΚΩΣΤΑΣ:    Δικαιοσύνη! Τα κομμάτια πρέπει να γίνουν ισοβαρή. (Εξακολουθεί να δαγκώνει πότε το ένα και πότε το άλλο και να τα ζυγίζει αλλά χωρίς να κατορθώνει την ισορροπία).
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Μα τι κάνεις Χριστιανέ μου; Εσύ το ‘φαγες όλο!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Φτάνει πια! Πως μπορείς να τα κάνεις ίσα με τέτοιες μπουκιές που τρως;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Δε θα μείνει τίποτε!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Σταμάτα, σταμάτα! Υποχωρώ!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Υποχωρώ κι εγώ!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Συμβιβαζόμαστε!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Συμβιβαζόμαστε, φτάνει!
ΚΩΣΤΑΣ:    Τι ωραίο κωκ! (Εξακολουθεί το έργο του χωρίς να δίνει προσοχή στις διαμαρτυρίες. Οι μικροί προσπαθούν να τον εμποδίσουν με τα χέρια τους).
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Το γλύκισμά μου!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Το γλυκό μου!
ΚΩΣΤΑΣ:    (Σπρώχνει τους μικρούς) Στις θέσεις σας γρήγορα και μη θέλετε να επηρεάσετε τη δικαιοσύνη!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Τι δικαιοσύνη που το έφαγες όλο!
ΚΩΣΤΑΣ:    Μα δε βλέπετε βρε παιδιά που τα κομμάτια είναι ακόμη άνισα;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Δε μ’ ενδιαφέρει! Εμένα δος μου το μικρότερο!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Δεν πειράζει, το μικρότερο το παίρνω εγώ!
ΚΩΣΤΑΣ:    Μ’ άλλα λόγια, δε θέλετε να συνεχιστεί η δίκη;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Εμ, αν εξακολουθήσει έτσι δε θα μείνει τίποτε για μας!
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Θα μας το φας όλο!
ΚΩΣΤΑΣ:    Ωστε παραδέχεστε ότι τέλειωσε η δίκη;
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Ναι, ναι τέλειωσε.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Έλα, δος μας τα κομμάτια μας.
ΚΩΣΤΑΣ:    Αφού το θέλετε, καλά… Η δίκη τελείωσε… Οι αντίδικοι συμβιβάζονται… αλλά αυτά τα κομμάτια που έμειναν…
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ & ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ: Φέρτα, φέρτα γρήγορα!
ΚΩΣΤΑΣ:    (Σπρώχνει τους μικρούς)
Α, με συχωρείτε. Τα κομμάτια αυτά ανήκουν σε μένα… για τα έξοδα της δίκης. (Τα τρώει) Τι, τζάμπα δικαιοσύνη θέλετε;
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:(Αποσύρεται) Εγώ θα κάνω έφεση στο Κακουρ… (Τον πιάνουν τα κλάματα) …κωκ, κωκ, κωκ, …δικείο.
ΚΩΣΤΑΣ:    Τα κλάματα είναι περιττά. Χάσατε το γλυκό αλλά κερδίσατε ένα πολύ σπουδαίο μάθημα. Θα μάθετε στο εξής να λύνετε τις διαφορές σας σαν καλά αδέρφια. Όταν ο ένας υποχωρεί στον άλλο δε θα κινδυνεύετε πλέον να πάθετε ότι πάθατε σήμερα.
ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ:    Νά ‘ξερες καημένε τι ανάλατος που είσαι!
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ:    Τώρα μάλιστα που μας έφαγες το γλυκό, είσαι γλυκανάλατος!

ΤΕΛΟΣ

1 αστεράκι2 αστεράκια3 αστεράκια4 αστεράκια5 αστεράκια (10 ψήφοι, μέσος όρος: 4,60 από 5)
Loading...
Δημοσιεύτηκε: 26 Ιανουαρίου 2012Κατηγορίες: Διάφορες εορτές, Κατασκήνωση0 Σχόλια on Το κωκ